28.7.13

Τα ανέκδοτα του αγώνα

Ο Οδηγητής έχει αρχίσει εδώ και μερικούς μήνες να δημοσιεύει σε συνέχεις ιστορίες - ανέκδοτα, από το βιβλίο του Γ. Μωραϊτη, Ατζέντα Ιτζεδίν. Αναδημοσιεύω τις ιστορίες από το τελευταίο φύλλο του Οδηγητή.

Έ, Πολίτη!… 5 λεπτά
Σε ένα χωριό της Μακεδονίας στο τέλος του εμφυλίου πολέμου. Στο καφενείο παίζαμε χαρτιά. Έρχεται ένας χωροφύλακας και με φωνάζει
- Έ πολίτη! Έ πολίτη!
Οι άλλοι γύρισαν και τον κοίταξαν. Εγώ σκυμμένος στα χαρτιά δε βγάζω μιλιά.
- Έ πολίτη!…
Εγώ το κορόιδο. Ανακατώνω τα χαρτιά. Ο χωροφύλακας έρχεται κοντά μου.
- Έ πολίτη. Σένα κρένω πολίτη, λέει και με τραβάει απ’ τις πλάτες.
- Τι θέλεις; Του λέγω.
- Σε θέλει 5 λεπτά στο τμήμα ο διοικητής. 5 λεπτά!
Μόλις άκουσα ότι με θέλει ο διοικητής, με κάψαν τα κρεμμύδια. Σηκώθηκα και πάω να πάρω από την κρεμάστρα το παλτό μου.
Με βλέπει ο χωροφύλακας και αρχίζει το βιολί του.
- Έ πολίτη. Άστο παλτό. Τι να το κάνεις, 5 λεπτά.
Εγώ δεν τον άκουσα. Πήρα το παλτό και πήγαμε στο τμήμα.
5 λεπτά μου είπε ο χωροφύλακας στο καφενείο. 12 χρόνια βγάζω φυλακή.

Η “Καπνοσακούλα”!
Μετά την απελευθέρωση ένας αγωνιστής της Αντίστασης καταδικάστηκε σε θάνατο στο στρατοδικείο της Χαλκίδας. Μετά την ανακοίνωση της θανατικής καταδίκης, ως συνήθως, ο πρόεδρος ρώτησε τον κρατούμενο αν έχει να πει τίποτα. Μπορούσε δηλαδή έστω και τότε να γλιτώσει την εκτέλεση αν δήλωνε ότι αποκηρύσσει τον αγώνα και την ιδεολογία του.
- Μάλιστα κύριε πρόεδρε! Απάντησε το παληκάρι και σηκώθηκε ορθό.
Αυτό ξάφνιασε το ακροατήριο. Πολλοί άρχισαν να ψιθυρίζουν. Φοβήθηκε «θα κάνει δήλωση». «Θα αποκηρύξει». «Αμ είναι γλυκιά η ζωή»…
Κι ο πρόεδρος κάτι τέτοιο περίμενε. Γιατί αυτό ήξερε από πείρα. Απαντούσαν πως κάτι έχουν να πουν όσοι θέλανε να γλιτώσουν το κεφάλι τους. Ενώ οι άλλοι, οι “αμετανόητοι”, συνήθως αδιαφορούσαν και για την απόφαση και για την ερώτηση του.
- Ορίστε: Λέγε παιδί μου. Πρόφερε ο πρόεδρος μειδιώντας με χαρά.
Ο καταδικασμένος σήκωσε ψηλά το κεφάλι, τον κάρφωσε με τα μάτια του. Και τουδωσε μια απάντηση Καραϊσκακική.
- Άμα με σκοτώσουν κ. πρόεδρε σου χαρίζω …τ’ απαυτά μ’ να τα κάνεις καπνοσακούλα!…
Τον έκαναν αρπαχτόν οι χωροφύλακες τον οδήγησαν στη φυλακή και σε λίγες μέρες αντιμετώπισε περήφανα το εκτελεστικό απόσπασμα.

* Σημ.:
Το γεγονός αυτό και το όνομα του αγωνιστή κάπου είχε δημοσιευτεί. Αλλά δεν το θυμάμαι.

… Το “δελτίο” άντρα
Ήταν στα χρόνια της γερμανοϊταλικής κατοχής, σε μια πόλη. Ο άντρας ήταν άνεργος. Δω-κει σταύρωνε κάνα μισό μεροκάματο. Στο σπίτι πείνα και των γονέων! Η γυναίκα του όμως όλο και τα βόλευε. Ήταν κι ομορφούλα…
Βέβαια στην κατοχή υπήρχε το σύστημα των δελτίων. Η γυναίκα άρχιζε να φέρνει στο σπίτι όχι μόνο το λίγο αλεύρι των διανομών ή το κομματάκι ψωμί αλλά και κονσέρβες. Μια, δυο, τρεις το πράγμα δε σοκάριζε. Ύστερα όμως…
Ο άντρας ψυλλιάστηκε. Οι κονσέρβες δε σταματούσαν να μπαίνουν στο φτωχόσπιτο.
- Πού τις βρίσκεις γυναίκα;
- Μα σου είπα άντρα, το δελτίο μας!
Ο άντρας κρυφογελούσε κάτω από τα μουστάκια του. Μα δεν προχωρούσε πιο πέρα. Μια μέρα ξαναρώτησε:
- Πού τις βρίσκεις τις κονσέρβες, γυναίκα;
- Ε, δεν τρώγεσαι! Απάντησε εκείνη νευριασμένα. Φάε και μη μιλάς…
Ο ταλαίπωρος ο σύζυγος της άτιμης κατοχής δεν ξαναμίλησε. “Φως φανάρι”. Η σύζυγος πήγαινε με Ιταλούς.
Ήρθε ο χειμώνας. Κάτι καρβουνάκια στο μαγκάλι πού να ζεστάνουν την κάμαρα; Η κακομοίρα η γυναίκα ένα βραδάκι γυρίζοντας απ’ τη βίζιτα παγωμένη, το καβάλησε. Κάθισε στην καρέκλα, άνοιξε τα σκέλια και ζεσταινότανε στο μαγκάλι. Τα πόδια της αρχίζανε να παρδαλίζουν.
Δεν βάσταξε πια ο σύζυγος. Τα λόγια του ειπώθηκαν σοβαρά σοβαρά. Στο τέλος όμως του ξέφυγε ένα χαχάνισμα.
- Τραβήξου απ’ το μαγκάλι γυναίκα. Θα κάψεις το δελτίο!
Και χαθήκαμε…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου