31.7.13

Ο κομμουνιστής, λαϊκός αγωνιστής μέλος του ΚΚΕ

Απόσπασμα από το «κλείσιμο» του Νίκου Ζαχαριάδη σε σειράς μαθημάτων πάνω στην ιστορία του ΚΚΕ στην Κεντρική Κομματική Σχολή, το Μάρτη του 1946.

 Το κείμενο από την Κομμουνιστική Επιθεώρηση, 2003, τεύχος4 

ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗ

Απ’ αυτή την κοινωνική αποστολή του οι πνευματικοί ορίζοντες του κομμουνιστή αγκαλιάζουν όλον τον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι ο κομμουνιστής στέκει στο γενικό πνευματικό-εκπολιτιστικό ύψος της εποχής του, βρίσκεται γενικά στο μέσο ύψος, στον μέσον όρο, στη γενική αυτή εξέλιξη, κρατώντας πάντα την πρωτοπορία στον κοινωνικό και πολιτικό τομέα.

Τι πάει να πει αυτό; Ενας κομμουνιστής και ακόμα πιο πολύ ένα στέλεχος του ΚΚΕ χώρια από το σχολειό και το Πανεπιστήμιο, όπου σα μαθητής και φοιτητής είναι υπόδειγμα, χώρια από την ειδικότητά του, που πρέπει να την κατέχει καλά, να την προωθεί και όπου πρέπει να ‘ναι πρωτοπόρος και ανακαινιστής, κατέχει και την αναγκαία εγκυκλοπαιδική μόρφωση πάνω στους βασικούς τομείς μέσα στην παγκόσμια εκπολιτιστική, πνευματική και επιστημονική κίνηση και συγχρονίζεται αδιάκοπα. Ενδιαφέρεται για την παγκόσμια πρωτοπόρα διανόηση, τις κορυφές της και την πνευματική παραγωγή τους. Και πολύ περισσότερο παρακολουθεί τη ντόπια πνευματική κίνηση. Ενδιαφέρεται για τη λογοτεχνική φιλολογία, το θέατρο, τη μουσική, τις εικαστικές τέχνες και καλλιεργεί και τις ατομικές του κλίσεις. Τον ενδιαφέρει και ο κινηματογράφος στην προοδευτική του παραγωγή, το ραδιόφωνο, ντόπιο και ξένο. Ολα αυτά με το σωστό μέτρο και πάντα από τη σκοπιά της κομματικής σκοπιμότητας. Εδώ ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δώσουμε στις ξένες γλώσσες. Τα μέλη και τα στελέχη μας πρέπει να ‘χουν τη φιλοδοξία, εκτός από τη μητρική τους γλώσσα, τη δημοτική, που πρέπει να την κατέχουν οπωσδήποτε καλά, να μάθουν τουλάχιστο και μια ξένη γλώσσα. Εδώ την πρώτη θέση κατέχουν τα ρούσικα. Είναι η πρώτη γλώσσα στη χώρα με τον πιο πρωτοπόρο κοινωνικό σχηματισμό. Στην πνευματική παραγωγή της μπορεί ο κομμουνιστής και ο κάθε προοδευτικός άνθρωπος να βρει ικανοποίηση σε όλους τους τομείς της κοινωνικής, οικονομικής, πολιτικής, επιστημονικής, πνευματικής και εκπολιτιστικής ζωής και επίδοσης. Ξέροντας κανένας ρούσικα και παρακολουθώντας την πνευματική ζωή και παραγωγή στη Σοβιετική Ενωση, όσο αυτό του είναι δυνατό, εξασφαλίζει και το συγχρονισμό του πάνω στα ζητήματα που ενδιαφέρουν και απασχολούν την προοδευτική ανθρωπότητα.
Ολα τα πιο πάνω, τα σχετικά με τους πνευματικούς ορίζοντες του κομμουνιστή, αφορούν τη γενική, την εγκυκλοπαιδική του κατάρτιση. Οσο όμως και αν είναι αναγκαία και χρήσιμα δεν αποτελούν παρά μόνο το δευτερεύον στον πνευματικό εξοπλισμό που πρέπει να ‘χει το μέλος και το στέλεχός μας που για κύρια και βασική αποστολή του έχει να διαφωτίσει, να οργανώσει και να καθοδηγήσει τις μάζες στον αγώνα για την κοινωνική τους απελευθέρωση, για τη λαϊκή δημοκρατία, το σοσιαλισμό, τον κομμουνισμό.
Γι’ αυτό και στη θεωρητική-πολιτική συγκρότηση του κομμουνιστή την πρώτη θέση την έχει η μελέτη και η δημιουργική αφομοίωση του μαρξισμού-λενινισμού που είναι η επιστήμη της γνώσης του κόσμου για τη μεταβολή του.

Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ-ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗ

Ο βασικός σκοπός που βάζουμε στη μαρξιστική-λενινιστική θεωρητικοπολιτική δουλιά, είναι να κάνουμε τα μέλη και τα στελέχη μας ικανά να προσανατολίζονται στη ντόπια και παγκόσμια κατάσταση, να καταπιάνονται με αποτέλεσμα και να λύνουν δίχως σοβαρά παραστρατήματα τα προβλήματα της οργάνωσης και καθοδήγησης της πάλης των μαζών για το ψωμί και τη λευτεριά τους, για την απελευθέρωσή τους. Για να τα βγάζει πέρα στην αποστολή του αυτή το στέλεχός μας πρέπει να μελετά, να σπουδάζει και να χωνεύει δημιουργικά την επιστήμη μας, τη μαρξιστική-λενινιστική κοινωνιολογία, τους νόμους για την κοινωνική εξέλιξη και για τη λαϊκοεπαναστατική δημιουργία της καινούργιας κοινωνίας, για το ότι ο κομμουνισμός θα νικήσει αναπόφευκτα.
Να γιατί η μαρξιστική-λενινιστική κατάρτιση αποτελεί για τον κάθε κομμουνιστή τον ακρογωνιαίο λίθο για όλη του την κομματική, θεωρητική και πραχτική, συγκρότηση και δράση του.
Το στέλεχός μας βελτιώνει διαρκώς τον εαυτό του θεωρητικά, για να βελτιώνει και υψώνει αδιάκοπα στη στάθμη της πραχτικής του απόδοσης. Το στέλεχός μας μελετά τους κλασικούς του μαρξισμού-λενινισμού, τους Μαρξ-Ενγκελς-Λένιν-Στάλιν, αντλεί από την αστείρευτη αυτή πηγή καινούργιο πλούτο, νέα πείρα για τη θεωρητική του ανάπτυξη και την πραχτική του δουλιά. Στην εργασία τους αυτή οι κομμουνιστές, αποφεύγοντας τον εκδογματισμό του μαρξισμού-λενινισμού, δεν ξεχνούν ποτέ τη βασική του αρχή ότι ο μαρξισμός δεν είναι δόγμα, μα καθοδήγηση για δράση. Αυτό απαιτεί από τα στελέχη μας και από ολόκληρο το κόμμα έναν αδιάκοπο θεωρητικό συγχρονισμό. Ο σ. Στάλιν στην έκθεσή του στο δέκατο όγδοο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπ.) της ΕΣΣΔ, μιλώντας για «μερικά ζητήματα της θεωρίας» λέει και τούτο ‘δω:
«Μπορούμε και πρέπει να έχουμε την απαίτηση από τους μαρξιστές-λενινιστές του καιρού μας να μην περιορίζονται στο να αποστηθίζουν ξεχωριστές γενικές θέσεις του μαρξισμού, μα να διεισδύουν στην ουσία του μαρξισμού, να μάθουν να παίρνουν υπόψη τους την πείρα από την εικοσάχρονη ύπαρξη του σοσιαλιστικού κράτους στη χώρα μας, να μάθουν, τέλος, στηριζόμενοι στην πείρα αυτή και με αφετηρία την ουσία του μαρξισμού, να συγκεκριμενοποιούν τις ξεχωριστές θέσεις του μαρξισμού, να τις αποσαφηνίζουν και να τις βελτιώνουν».
Ετσι ο κομμουνιστής μελετώντας ζωντανά τη θεωρία μας, την ουσία της και όχι το γράμμα της, όχι μόνο ο ίδιος συγχρονίζεται θεωρητικά, μα έχει υποχρέωση να συμβάλει και ο ίδιος στο παραπέρα δούλεμα της θεωρίας μας, συνεισφέροντας και αυτός από την πείρα του και από τη δουλιά του στη γενική προσπάθεια.
Σπουδάζοντας τη διδασκαλία μας από τις πηγές αυτών που την ίδρυσαν και την προώθησαν παραπέρα, το στέλεχός μας, σε συνδυασμό πάντα με την πραχτική δουλιά του, συγκεντρώνει κυρίως την προσοχή του σε δύο σημεία: πρώτα στη διαλεχτική μας μεθοδολογία, που είναι και το πιο επαναστατικό και αποτελεσματικό όπλο μας. Η διαλεχτική μας υποχρεώνει όλα τα φαινόμενα και τα πράγματα στη φύση και στην κοινωνία, να τα βλέπουμε στην ενότητά τους, στην κίνησή τους και στις αλλαγές τους, ποσοτικές και ποιοτικές, δηλαδή στη γέννηση, στο μέστωμα και στο ξεπέρασμά τους, στην αλληλοσύνδεση και στη νομοτέλειά τους, μέσα στις αντιθέσεις που περικλείνουν και που τα κινούν προς τα μπρος. Και δεύτερο, ξεχωριστά, σε αυτή την κίνηση προς τα μπρος δηλαδή, συγκεντρώνει την προσοχή του στο καινούργιο που κάθε φορά η εξέλιξη και οι αγώνες φέρνουν μπροστά μας και που απαιτεί, το καινούργιο αυτό, την πρωτόβουλη, μελετημένη, συγκεκριμένη αντιμετώπιση. Αυτή θα ‘ναι αποτελεσματική μόνον όταν σωστά συσχετίζει και συνδέει το καινούργιο αυτό με το προηγούμενό του, με τις αιτίες και τις δυνάμεις που το προκάλεσαν, το γέννησαν, το δημιούργησαν και με την παραπέρα εξέλιξή του.
Επιδιώκοντας και βελτιώνοντας (συγχρονίζοντας) το γενικό θεωρητικό εξοπλισμό του ο κομμουνιστής προβληματίζεται και πάνω στα καθημερινά ζητήματα του αγώνα και πριν απ’ όλα του κύκλου όπου αυτός δουλεύει είτε που καθοδηγεί. Επιδιώκει και θεωρητικά με τη δική του προσωπική συμβολή, να ευθυγραμμίζει όσο μπορεί και τον τομέα και τον κλάδο το δικό του με την όλη θεωρητική εργασία που κάνει ολόκληρο το κόμμα.
Εδώ χρειάζεται μια έγκυρη πολιτική ενημέρωση πάνω στη γενική γραμμή του ΚΚΕ, τις θέσεις που κάθε φορά προωθεί ιδιαίτερα, τα σημεία που τονίζει, τις συγκεκριμένες αποχρώσεις που κάθε τόσο παίρνει. Χρειάζεται, δηλαδή, μια στέρεη στρατηγική και τακτική τοποθέτηση τόσο γενική, που σχετίζεται με τα παγκόσμια προβλήματα και τις διεθνείς εξελίξεις, όσο και μερική, που αφορά την εσωτερική θέση και κατάσταση, καθώς και ειδική, που αναφέρεται στο συγκεκριμένο τομέα που καθοδηγεί είτε όπου δουλεύει το στέλεχος ή το μέλος μας.
Ο κομμουνιστής σε μια από τις πιο βασικές ιδιότητές του είναι πολιτικός ηγέτης και καθοδηγητής. Αυτό σημαίνει ότι καθορίζει προσανατολισμό, χαράζει κατεύθυνση και οδηγεί και δρα στην κατεύθυνση αυτή.

Η ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ

Βασική προϋπόθεση για να χαραχτεί ένας σωστός προσανατολισμός είναι να γίνει πρώτα μια σωστή μελέτη και ανάλυση της κατάστασης. Είτε για μια συγκέντρωση πρόκειται, είτε για αρχαιρεσίες στο σωματείο, είτε για μια απεργία, είτε πρόκειται να διατυπωθεί ένα σύνθημα πολιτικό, είτε να γίνει μια κινητοποίηση στο εργοστάσιο, κλπ., εξετάζεται πρώτα ψηλαφητά και συγκεκριμένα η τοπική κατάσταση και παίρνονται υπόψη και οι γενικότερες συνθήκες. Η τέτια συγκεκριμένη ανάλυση της κατάστασης θα μας επιτρέψει να καθορίσουμε και την τακτική που θα ακολουθήσουμε στην κινητοποίηση που ετοιμάζουμε. Δηλαδή από που θ’ αρχίσουμε, ποιο δρόμο θα ακολουθήσουμε. και δω υπάγονται οι μορφές οργάνωσης και πάλης και τα συνθήματα που θα χρησιμοποιήσουμε και που θα φτάσουμε, είτε που θέλουμε να φτάσουμε.
Πρώτ’ απ’ όλα πρέπει να διαπιστώσουμε ότι η αντικειμενική κατάσταση επιτρέπει, είτε κάνει ώριμη μια κινητοποίηση. Λόγου χάρη δε μπορούμε ν’ αποφασίσουμε σε μια συνοικία να κινητοποιήσουμε τον κόσμο για το νερό, όταν υπάρχει νερό. Οταν έχουμε μια ύψωση στις τιμές για τα είδη πρώτης ανάγκης, είτε όταν ο εργοδότης θελήσει να κατεβάσει τα μεροκάματα, τότε υπάρχει αντικειμενικά ώριμη κατάσταση για αγώνα, για απεργία. Οταν γίνει αυτή η διαπίστωση, τότε προχωρούμε και εξετάζουμε ποια διάταξη δυνάμεων υπάρχει στον τομέα όπου οργανώνεται η πάλη και παίρνουμε ανάλογα μέτρα, πώς στέκει η εργοστασιακή επιτροπή και ποια είναι η επιρροή της, πώς στέκει το σωματείο, ο αγώνας θα είναι μεμονωμένος είτε και άλλα εργοστάσια, είτε κλάδοι, είτε και άλλα λαϊκά στρώματα θα πάρουν μέρος, ποιες οι δυνάμεις του εργοδότη, τρομοκρατικές και απεργοσπαστικές οργανώσεις και δυνάμεις, στάση κρατικών οργάνων. Εδώ χρειάζεται μια όσο χωράει πιο σωστή εκτίμηση: ούτε υπερτίμηση, ούτε υποτίμηση της δουλιάς μας και της δύναμης του αντίπαλου. Χρειάζεται να υπολογίσουμε σωστά τις εφεδρείες, άμεσες και έμμεσες, που διαθέτουμε, τη διάταξη και δυνατότητα και σειρά χρησιμοποίησής τους, τις εφεδρείες του αντίπαλου. Παίρνονται ακόμα υπόψη και οι «αστάθμητοι» ψυχολογικοί παράγοντες (λ.χ. άλλη είναι η ψυχολογική διάθεση της μάζας, όταν σε ένα διπλανό εργοστάσιο έχει κερδηθεί είτε χαθεί ένας ανάλογος αγώνας, είτε αν στο εργοστάσιο όπου ετοιμάζεται η απεργία είχε τσακιστεί προηγούμενα μια τρομοκρατική εκδήλωση του αντίπαλου). Ο συγκεκριμένος καθορισμός του συσχετισμού των δυνάμεων στη δοσμένη στιγμή, μας επιτρέπει να καθορίσουμε και την πορεία που θ’ ακολουθήσουμε, προκήρυξη, συνέλευση, απεργιακή επιτροπή, απεργιακό ταμείο και απεργιακή φρουρά, έντυπη διαφώτιση, απεργιακές συγκεντρώσεις, μαζική αυτοάμυνα κλπ. Στη διάρκεια του αγώνα χρειάζεται ζωντανή, ευλύγιστη, επιτελική καθοδήγηση, αλλαγή συνθημάτων και μορφών, ελιγμοί ανάλογα με την κατάσταση, κινητοποίηση εφεδρειών (λ.χ. οικογένειες απεργών), προσθήκη αιτημάτων (λ.χ. όχι απόλυση απεργιακής επιτροπής). Η βασική επιδίωξη διατηρείται στο κέντρο. Αν όμως προβάλλει καινούργια κατάσταση μπορεί να προστεθεί στην πορεία της πάλης και άλλο βασικό αίτημα (λ.χ. να διωχτούν απ’ το εργοστάσιο χίτες τρομοκράτες) είτε το πρώτο σύνθημα να μειωθεί (λ.χ. αύξηση όχι πενήντα τοις εκατό, μα τριάντα τοις εκατό). Πάντως σε όλη την προπαρασκευή και διεξαγωγή της πάλης, καθοδήγηση και μάζα πρέπει καθαρά να βλέπουν το σκοπό και το δρόμο για το σκοπό και να διαθέτουν για το σκοπό αυτό όλες τις δυνάμεις, χρησιμοποιώντας τες ζωντανά, επιτελικά. Ο κομμουνιστής καθορίζοντας καθαρά το σκοπό που επιδιώκει να φτάσει, δεν είναι ποτέ μονοκόμματος και άκαμπτος. Συνδυάζει ανάλογη με τη συγκεκριμένη στιγμή και κατάσταση ακαμψία και ευλυγισία, αποφασιστικότητα και υποχωρητικότητα, χτυπά κατευθείαν, μα κάνει και ελιγμούς.
Τα πράγματα φυσικά προβάλλουν περισσότερες δυσκολίες και αξιώσεις όταν δεν πρόκειται μόνο για μια σχετικά απλή κινητοποίηση σ’ ένα μεμονωμένο τομέα, μα χρειάζεται να αντιμετωπιστούν πιο σύνθετες καταστάσεις. Στις συνθήκες που ζούμε, με την ολόπλευρη κρίση που δέρνει το αστοτσιφλικάδικο καθεστώς, με την ξενική κατοχή, το μοναρχοφασιστικό και πλουτοκρατικό ξεφάντωμα, με τις διεθνείς περιπλοκές, τα προβλήματα που προβάλλουν είναι πολυσύνθετα και απαιτούν μια τόσο συνθετική όσο και συγκεκριμένη αντιμετώπιση. Εδώ το στέλεχός μας πρέπει, παραμένοντας στέρεα στο έδαφος της πραγματικότητας, να έχει πάντα μια καθολική, γενική, τοπική και ειδική εικόνα της κατάστασης. Πρέπει να μπορεί να ξανοίγεται αγκαλιάζοντας τη γενική προοπτική και κίνηση και παράλληλα να εντοπίζεται, να ξεχωρίζει το βασικό κρίκο, που η προώθησή του επιτρέπει την κηδεμονία, το μαστόρεμα των γεγονότων, τη διοχέτευσή τους προς την κατεύθυνση που δείχνει η πολιτική του κόμματος. Εδώ πρέπει όχι μόνο να κατευθύνουμε τις μάζες, μα και να έχουμε στενή, ζωντανή επαφή μαζί τους, να κρατούμε τον παλμό τους, ν’ ακούμε, να ξέρουμε τι θέλουν, πως σκέφτονται οι μάζες, να διδασκόμαστε από τις μάζες. Συγκεκριμένη, ζωντανή, επιτελική, επιχειρησιακή καθοδήγηση είναι απαραίτητη, μα και δύσκολη δουλιά που απαιτεί από το στέλεχός μας, συστηματική και ατελείωτη καθημερινή προσπάθεια, ιδεολογική πολιτική βελτίωση και συγχρονισμό. Απαιτεί γοργή σύλληψη και αποφασιστική, ευλύγιστη εκτέλεση, ανάπτυξη της ικανότητας για μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση και σύνθεση όλων των υλικών και αστάθμητων στοιχείων, όλων των γεγονότων και της ειδικής και γενικής κατάστασης.
Θεωρητική επίδοση και πραχτική δουλιά στο σχολείο της ζωής και της πάλης προωθούν ακατάπαυστα το στέλεχός μας προς την κατεύθυνση αυτή. Του επιτρέπουν επάξια ολοένα και καλύτερα ν’ ανταποκρίνεται προς τα καθήκοντά του, προς τις απαιτήσεις που το ΚΚΕ και ο λαός μας προβάλλουν στον κάθε πρωτοπόρο και συνειδητό λαϊκό αγωνιστή.

ΤΟ ΚΟΜΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗ

Στο κόμμα μας, μέσα στη μακρόχρονη και δύσκολη ανάπτυξη, δουλιά και πάλη, έχουν καλλιεργηθεί ορισμένες κομματικές πια ιδιότητες, που το σύνολό τους συγκροτεί την καθαυτό κομματική πλευρά στην ατομικότητα του κομμουνιστή. Φυσικά, εδώ παίρνουμε και αφομοιώνουμε εκείνο το δυνατό, το υποδειγματικό, το ξεχωριστό και το απαράμιλλο που συγκεντρώνει ο πιο συνεπής και ο πιο πρωτοπόρος λαϊκός αγωνιστής στον αιώνα μας, ο μπολσεβίκος.
Ποιο είναι το βασικό εδώ γνώρισμα;
Το απόλυτο, το δίχως καμιά επιφύλαξη, δόσιμο στο κόμμα, η απόλυτη, δίχως καμιά επιφύλαξη, πίστη στην υπόθεση, στα ιδανικά που πρεσβεύει το κόμμα.
Το πρώτο προσόν που πρέπει να χαρακτηρίζει το στέλεχός μας είναι ότι δημιουργεί γύρω του, μέσα στη δουλιά και με βάση την κομματικότητα και τις ικανότητές του, έναν κύκλο από καλά και νέα μέλη, που τα βοηθάει όσο μπορεί ν’ αναπτυχθούν. Τα φροντίζει, τα προωθεί, τα βοηθάει να ξεδιπλώσουν όλες τις καλές πλευρές τους, διορθώνει φιλόστοργα, συντροφικά, μα επίμονα και ανένδοτα τις ελλείψεις και τα ελαττώματά τους και για φιλοδοξία του πρέπει να ‘χει να τα κάνει καλύτερα από το ίδιο. Ενα από τα πιο υπεύθυνα μελήματά μας πρέπει να ‘ναι ν’ ανακαλύπτουμε και να εκκολάπτουμε νέες αξίες, καινούργια ταλέντα μέσα στο κόμμα μας. Το στέλεχός μας μελετά τα μέλη και τους συνεργάτες του, μελετά τους χαρακτήρες τους και τους βοηθάει, τους δίνει φόρα για να αναπτυχθούν και ν’ αποδώσουν τ’ ανώτατο που μπορούν, που οι φυσικές και διανοητικές δυνάμεις τους επιτρέπουν. Και ένα από τα πιο θανάσιμα αμαρτήματα για ένα στέλεχός μας είναι να θεωρεί τον εαυτό του αναντικατάστατο, γιατί έτσι βάζει κιόλας φραγμό στα καινούργια μέλη ν’ αναπτυχθούν και να προοδεύσουν.
Η αυτοκριτική είναι ένα από τα οργανικά και τα πιο υψηλά προτερήματα του κομμουνιστή. Εδώ θα πρέπει να προστεθεί ότι το προτέρημα αυτό είναι από εκείνα που αποχτιούνται πολύ δύσκολα και απαιτούν ένα ανώτατο επίπεδο κομματικότητας. Δίχως όμως αυτό, δεν υπάρχει καλό στέλεχος, καλό μέλος του ΚΚΕ. Μην ξεχνάμε ποτέ αυτό που σχετικά μας διδάσκουν οι μεγάλοι δάσκαλοί μας Λένιν και Στάλιν:
«Η στάση ενός πολιτικού κόμματος μπροστά στα λάθη του είναι ένα απ’ τα σπουδαιότερα και ασφαλέστερα κριτήρια για τη σοβαρότητα του κόμματος και για την εκπλήρωση στην πράξη των υποχρεώσεών του απέναντι στην τάξη του και τις εργαζόμενες μάζες. Να αναγνωρίζει ανοιχτά το λάθος του, να βρίσκει τις αιτίες του, να αναλύει την κατάσταση που το γέννησε, να εξετάζει προσεχτικά τα μέσα της διόρθωσης του λάθους, αυτό είναι το χαρακτηριστικό του σοβαρού κόμματος, αυτό θα πει εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, αυτό θα πει διαπαιδαγώγηση και μόρφωση της τάξης του και έπειτα της μάζας» (Λένιν).
Και πάνω σ’ αυτό σ. Στάλιν προσθέτει:
«αυτό θα πει ότι καθήκον των μπολσεβίκων δεν είναι να κρύβουν τα λάθη τους, ν’ αποφεύγουν τη συζήτηση όπως γίνεται συχνά σε μας, αλλά ν’ αναγνωρίζουν τίμια και ανοιχτά τα λάθη τους, να παίρνουν τίμια και ανοιχτά τα αναγκαία μέτρα για να διορθωθούν αυτά τα λάθη, να διορθώνουν τα λάθη τους τίμια και ανοιχτά».
Μόνο όταν το στέλεχος μας μάθει να κάνει αυτοκριτική για τα λάθη του, θα έχει και όλο το κύρος να κάνει γόνιμη και αποδοτική κομματική κριτική, για τα λάθη που κάνουν οι συνεργάτες του.
Η αυτοκριτική επιτρέπει στο στέλεχός μας σωστά να εκτιμάει και να τοποθετεί τον εαυτό του, να έχει το γνώθι σ’ αυτόν, να ξέρει τι πάνω-κάτω μπορεί να κάνει και τι δε μπορεί.
Ξεκινώντας από μια τέτια προϋπόθεση μπορεί παραπέρα πιο σωστά να εκτιμά και ν’ αξιοποιεί τους συνεργάτες του.
Τον κομμουνιστή ποτέ δεν τον χαρακτηρίζει η αυτοϊκανοποίηση και η επανάπαυση και πολύ περισσότερο ποτέ δε νομίζει ότι έφτασε πια το ανώτατο όριο και παραπέρα δεν έχει να μάθει τίποτε. Ενα τέτιο πράγμα θα σήμαινε ότι ο κομμουνιστής αυτός σταμάτησε πια και δε μπορεί να προχωρήσει, να συμβαδίσει με τη ζωή που προχωρεί ανατάπαυστα. Το μέλος σωστά εκτιμά την κάθε πρόοδο και επιτυχία στη δουλιά, βλέπει όμως ταυτόχρονα και τις αδύνατες πλευρές και τις ελλείψεις που παρουσιάζει για να τις διορθώσει και την κάθε επιτυχία την κάνει αφετηρία για μεγαλύτερη ακόμα πρόοδο και ανάπτυξη της δουλιάς, για ακόμα πιο μεγάλες επιτυχίες.
Το στέλεχος αποφεύγει και πολεμά το δογματισμό το δασκαλισμό, με την κακή φήμη που έχει, τα καλούπια, τα σχήματα στη δουλιά του και στο θεωρητικό εξοπλισμό του. Η θεωρία του είναι καθοδήγηση για δράση στα ζωντανά συγκεκριμένα προβλήματα, που κάθε μέρα αντιμετωπίζει και πρέπει να λύσει. Ξέρει πως οι καταστάσεις ποτέ δεν επαναλαμβάνονται ατόφιες, ότι κάθε φορά υπάρχει και κάτι το καινούργιο. Αυτό σημαίνει ότι η παλιά διαπίστωση και θέση δε μπορεί ν’ ανταποκρίνεται σ’ όλη τη γραμμή και στην καινούργια κατάσταση. Γι’ αυτό εξοπλισμένος με την πείρα, την καθοδήγηση που η πείρα αυτή του δίνει από πριν, βλέπει ταυτόχρονα και το καινούργιο στοιχείο, το καινούργιο πρόβλημα για να το μελετήσει και να το λύσει ζωντανά με βάση τα νέα δοσμένα. Ετσι συμβάλλει και αυτός στην επεξεργασία της γραμμής, στον πλουτισμό της κομματικής πείρας και δουλιάς.
Αυτοϊκανοποίηση, δογματισμός από τη μια και αυταρχικότητα, γραφειοκρατία από την άλλη, φέρνουν στην κατάσταση εκείνη, που κρατάει το στέλεχός μας μακριά από τη ζωντανή πραγματικότητα, αποσπασμένο από τη ζωή και τη μάζα του κόμματος, από τη μάζα του λαού. Αυτό κάνει το στέλεχος και τον καθοδηγητή ανίκανο ν’ ανταποκριθεί στη δουλιά του, στον κομματικό προορισμό, πράγμα που γίνεται πηγή για σοβαρά λάθη και μεγάλους κινδύνους τόσο για τις μεμονωμένες οργανώσεις όσο και για ολόκληρο το κόμμα. Η απόσπαση του στελέχους και της καθοδήγησης από τη μάζα των μελών, από τη βάση, από τα ζωντανά προβλήματα και από το λαό, αποτελεί το πιο θανάσιμο οργανωτικό σφάλμα και τη μεγαλύτερη αδυναμία, που πρέπει να καταπολεμάμε με όλη την κομματική συνέπεια, ως το τέλος.
Στο μέλος και στο στέλεχός μας είναι στο μεγαλύτερο βαθμό αναπτυγμένο το συναίσθημα της κομματικής πειθαρχίας και ευθύνης και το συνδεμένο με αυτά συναίσθημα της κομματικής ευθιξίας. Για τον κομμουνιστή δε χωράει συζήτηση για την κομματική πειθαρχία, που στηρίζεται στη συνειδητή εθελοντική προσήλωση και πίστη στο καταστατικό και το πρόγραμμα του ΚΚΕ. Οπως δε χωράει και συζήτηση ότι φέρνει ακέραια και προσωπικά την ευθύνη για τον τομέα και τη δουλιά που αναλαμβάνει, κατευθύνει και εκτελεί. Στο κόμμα μας η ευθύνη είναι πρώτα απ’ όλα ατομική. Και κομματική ευθιξία για μας δε μπορεί να σημαίνει τίποτ’ άλλο από το ότι ο κομμουνιστής εκτελεί με όλη τη συνέπεια την κομματική του δουλιά και είναι στο έπακρο εύθικτος για κάθε περίπτωση, που δίνει λαβή για κριτική, γιατί παρουσίασε παραλείψεις είτε και ανεπάρκεια στη δουλιά του αυτή. Και όπως για το πρόσωπό του, έτσι και για την οργάνωση και ολόκληρο το κόμμα του, είναι κομματικά εύθικτος ο κομμουνιστής, εύθικτος με την πιο ευγενική σημασία της λέξης.
Το μέλος του ΚΚΕ αποφεύγει και πολεμάει αμείλιχτα τη δουλικότητα και την κολακεία μέσα στο κόμμα σαν κάτι, που δεν εναρμονίζεται με την ιδιότητα του κομμουνιστή. Το μέλος μας καλλιεργεί και αναπτύσσει την πρωτοβουλία της ατομικότητάς του, την ανεξαρτησία της προσωπικής του γνώμης, ξέρει να λέει καθαρά τη γνώμη του και τις αντιρρήσεις του και προς τα κάτω και προς τα πάνω, πάντοτε μέσα στα πλαίσια του κομματικού συμφέροντος και με βάση ότι όταν πια συζητηθεί το ζήτημα και παρθεί η απόφαση, σταματάν οι συζητήσεις και οι αντιρρήσεις και ολόκληρη η οργάνωση ρίχνεται στη δουλιά για να πραγματοποιηθεί η απόφαση που πάρθηκε. Το μέλος του ΚΚΕ δεν κάνει δίχως αρχές συμβιβασμούς, ούτε και προσωπικά χατίρια στην κομματική του δουλιά και πάνω σε κομματικά ζητήματα. Αντίθετα, αποκρούει και πολεμά τέτιες εκδηλώσεις μέσα στο κόμμα και στη δουλιά του. Το μέλος μας έχει δικαίωμα και υποχρέωση, όταν νομίζει ότι υπάρχει λόγος σχετικός με τη δουλιά του στο κόμμα είτε με την κατάσταση στην οργάνωσή του και σε ολόκληρο το κόμμα, ν’ απευθύνεται στα αντίστοιχα κομματικά όργανα για να λύσει τα ζητήματα που τον απασχολούν.
Ο κομμουνιστής προσέχει και αναπτύσσει σαν μια από τις πιο βασικές και απαραίτητες κομματικές ιδιότητες την επαγρύπνηση, την ακούραστη και αμείωτη προφύλαξη της οργάνωσής του και του κόμματος σα σύνολο, από κάθε επιβουλή, από κάθε διαβρωτική προσπάθεια, από κάθε χτύπημα που ο ταξικός εχθρός, τα όργανα και οι πράχτορές του, από τα όξω και από τα μέσα καταφέρνουν ενάντια στο κόμμα. Μόνον όποιος δεν καταλαβαίνει την ιστορική αποστολή του ΚΚΕ και τη σκληρότητα και υπουλότητα που χρησιμοποιούν οι εχθροί του, ντόπιοι και ξένοι - που στο ΚΚΕ βρίσκουν το μοναδικό σε συνέπεια, ολοκληρωτικό και ως το τέλος αντίπαλο, που δεν κάνει κανένα συμβιβασμό αρχής - μονάχα αυτός μπορεί να παραγνωρίζει και να υποτιμά την πρωταρχική σημασία που έχει, ιδιαίτερα σήμερα, η κομματική επαγρύπνηση. Το μέλος του ΚΚΕ έχει πρωταρχική υποχρέωση να υπερασπίζεται και να προφυλάσσει το κόμμα παντού και πάντοτε. Η προδοσία τιμωρείται μέσα στο κόμμα.
Το μέλος μας καλλιεργεί το συντροφικό κομματικό ήθος. Είναι κομματικά και ηθικά απρόσβλητο.
Ο κομμουνιστής στο δόσιμό του στο κόμμα και στην υπόθεση για την απελευθέρωση του λαού, δε λογαριάζει κόπους και θυσίες και φτάνει όταν χρειάζεται ως την αυτοθυσία. Ο συνειδητός και ψύχραιμος ηρωισμός, που απορέει από τον υψηλό ιδεαλισμό που εμψυχώνει τον κομμουνιστή στη δράση του, αποτελεί βασικό, συστατικό, για έναν κομμουνιστή, κομμάτι.
Σε αυτά μπορούμε να συνοψίσουμε τα βασικά γνωρίσματα που συγκροτούν το κομματικό πρόσωπο του κομμουνιστή. Καθένας από μας έχει υποχρέωση να φροντίζει και να επιμένει να συγκεντρώσει αυτά τα βασικά γνωρίσματα.

Ο ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΔΟΥΛΙΑ ΤΟΥ

Χωρίς να καταντά σχολαστικό το στέλεχός μας, προσπαθεί να οργανώνει τη δουλιά, να έχει ένα καθημερινό πρόγραμμα δουλιάς, όπου μπορεί να κατανέμει με σκοπιμότητα τον ολικό χρόνο που διαθέτει. Φυσικά, εδώ δεν πρόκειται για γραφειοκρατικό καταμερισμό που «προβλέπει» για κάθε διαθέσιμο λεφτό, για κάθε βήμα και για κάθε ενέργεια. Ενα τέτιο πράγμα περισσότερο θα έβλαφτε παρά θα ωφελούσε. Πρόκειται για μέσο, που αφήνοντας κάθε φορά την ελευθερία της αλλαγής ανάλογα με τις ανάγκες που προβάλλουν, επιτρέπει να προκαθορίζεις και να ταξινομείς χρονικά τις δουλιές που έχεις να κάνεις έτσι, που να μπορείς να τις αποτελειώνεις. Και το σπουδαιότερο, ένα τέτιο πρόγραμμα δουλιάς πρέπει απαραίτητα να προβλέπει και για τις ορισμένες εκείνες κάθε μέρα ώρες, που το στέλεχός μας χρειάζεται για να διαβάζει, μελετά και γράφει. Γιατί, πρέπει αυτό εδώ να ξανατονιστεί, το μέλος μας κάνει μόνο τη μισή δουλιά, όσο γόνιμη και αν υποτεθεί πως είναι, όταν την πείρα και τ’ αποτελέσματα της δουλιάς του δεν τα συγκεντρώνει και δεν τα μελετά, δεν τα επεξεργάζεται και δεν τα γράφει, θέτοντάς τα στη διάθεση του κομματικού τύπου, για να γίνει έτσι και η πείρα του, πείρα για ολόκληρο το κόμμα. Είναι και αυτή μια πλευρά από τη δουλιά μας, που ως τα σήμερα δεν την προσέξαμε, την παραμελήσαμε, πράγμα που έχει σαν αποτέλεσμα να μας χαρακτηρίζει πολύς εμπειρισμός και πραχτικισμός, να χάνουμε πολλές δυνάμεις σε δοκιμές και αναζητήσεις, ενώ μια γενίκευση και ένα ξάπλωμα της κομματικής πείρας θα ‘φερνε σ’ ένα συντονισμό και σε μια ολοκλήρωση της πείρας και των διδαγμάτων που τώρα τις περισσότερες φορές χάνονται, γιατί όλη αυτή η δουλιά μένει ασύνδετη κι ασυναρμολόγητη και εξαντλείται σε χωριστές, ατομικές και κατά συνέπεια ατελείς προσπάθειες και επιτεύξεις.
Στην προφορική καθοδηγητική του δουλιά, το στέλεχός μας, πρέπει να προσέχει πολύ. Πολλοί καλοί σύντροφοι, επειδή δεν τους κάναμε προσεχτικούς πάνω σε ορισμένα απλά πράγματα αποστηθίζουν συχνά ασυνάρτητα τη φρασεολογία μας, χρησιμοποιούν εκεί που δεν έχουν θέση φράσεις και αποσπάσματα από βιβλία, γίνονται έτσι ακατανόητοι και αντί να ωφελήσουν, βλάφτουν και η ζημιά που κάνουν είναι διπλή. Στον προφορικό του λόγο και κυρίως σε συνεδριάσεις και συνεργασίες το στέλεχός μας είναι απλό, καθαρό, κατανοητό και συγκεκριμένο. Αναλύει, εξηγεί και πείθει. Και όταν τελειώσει η ανάλυση και εξήγηση, τότε έρχεται η δουλιά, η δράση. Και όπως στα λόγια του έτσι και στα έργα του ο κομμουνιστής είναι καθαρός, συγκεκριμένος, γοργός και αποφασιστικός. Δεν μπορεί να υπάρχει για έναν κομμουνιστή απόσταση και διάσταση ανάμεσα στο λόγια και στα έργα.

ΕΝΑΣ ΕΙΔΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

Ας περάσουμε τώρα σε ένα θέμα, που, στην πρώτη ματιά, δεν φαίνεται νάχει και μεγάλη σχέση με τα ζητήματά μας. Πρόκειται για τη στρατιωτική κατάρτιση που πρέπει να ‘χει ο κομμουνιστής. Πιο σωστά ακόμα θα πρέπει να πούμε στρατιωτικοπολεμική κατάρτιση. Οι λαϊκοί και ταξικοί αγώνες έχουν και τη στρατιωτικοπολεμική τους πλευρά. Και αυτό καθαρά και έντονα φάνηκε τόσο στη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού πολέμου, όσο και στο Δεκέμβρη. Είναι ακόμα ολοφάνερο ότι πολλά λάθη και στραπάτσα θα τ’ αποφεύγαμε, αν τα στελέχη και τα μέλη μας - εκτός απ’ τους ειδικούς στρατιωτικούς - είχαν και μια ορισμένη και απαραίτητη στρατιωτική κατάρτιση, που τόσο χρειαζότανε στις συνθήκες εκείνες. Πολύ περισσότερο που η ειδική στρατιωτική κατάρτιση (εννοώ τη σχολική, επαναγγελματική, την καθιερωμένη στο στρατό μας) δεν μπορούσε μέσα στην καινούργια κατάσταση να καλύψει πέρα για πέρα, πραχτικά και θεωρητικά, τις ανάγκες που πρόβαλε και τους χειρισμούς που επέβαλε ο ανταρτοπόλεμος τόσο στην ύπαιθρο, στο βουνό, όσο και στις πόλεις. Σήμερα έχουμε μια πείρα, ντόπια και ξένη, έχουμε κάτι ακόμα πιο πολύτιμο, τις παραδόσεις και τη δημιουργία του ΕΛΑΣ, κεφάλαιο ανεκτίμητο γα το λαό μας, και την πολιτική του πρωτοπορία. Οι κομμουνιστές στην πρώτη γραμμή, οι ελασίτες κομμουνιστές, μα και όλοι οι άλλοι, οι κομμουνιστές περισσότερο από κάθε άλλον, συνεχίζουν τις ένδοξες παραδόσεις του ΕΛΑΣ, αφομοιώνουν την πείρα του, μελετούν τις θετικές και αρνητικές πλευρές του, βαφτίζονται στον ηρωισμό και την αυτοθυσία του και κρατάν και προωθούν ζωντανά την παράδοση, τους θρύλους και την εποποιία του.
Εδώ χρειάζεται πραχτική και θεωρητική δουλιά και κατεργασία. Και όπως στους ταξικούς πολιτικούς αγώνες, έτσι και στον τομέα μας αυτόν που αποτελεί συνέχιση και προέκταση της πολιτικής πάλης, βασική σημασία έχει η μελέτη του εχθρού, η σωστή τοποθέτηση και εκτίμησή του, η σωστή ανάλυση στον συσχετισμό των δυνάμεων. Το ίδιο πρωταρχική, αποφασιστική σημασία έχει εδώ η σωστή οργάνωση και χρησιμοποίηση των εφεδρειών μας, άμεσων και έμμεσων. Χωρίς εφεδρείες και δίχως τη σωστή εκτίμηση, τοποθέτηση και χρησιμοποίησή τους μπορούμε να πούμε από τα πριν ότι το παιχνίδι μπορεί να θεωρείται σχεδόν χαμένο.
Ετσι, με λίγα και γενικά λόγια, πρέπει να βλέπουμε τον ειδικό αυτό τομέα της δουλιάς μας. Μέσα στις συνθήκες που διαμορφώθηκαν και διαμορφώνονται στη χώρα μας, ύστερα από το Δεκέμβρη, με τη μοναρχοφασιστική αναβίωση και τη δεύτερη, την αγγλική κατοχή, στον τομέα τον ειδικό που μας απασχολεί η Μαζική λαϊκή αυτοάμυνα, όπου ο κάθε κομμουνιστής πρέπει νάχει τη θέση του, συγκεντρώνει ολόκληρη την προσοχή μας για την οργάνωση και το ξάπλωμά της. Είναι ένα αποφασιστικό στις σημερινές συνθήκες όπλο για να υπερασπίσει ο λαός τη ζωή, την τιμή, την περιουσία, τη λευτεριά, τη δημοκρατία και την ανεξαρτησία του. Πρωτοπόρος και υποδειγματικός οργανωτής, αγωνιστής στη Μαζική λαϊκή αυτοάμυνα πρέπει νάναι σήμερα ο κάθε κομμουνιστής μέλος και στέλεχος του ΚΚΕ.

ΠΡΟΒΑΛΛΟΥΜΕ ΑΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΤΕΣ ΑΞΙΩΣΕΙΣ;

Αυτά είναι μερικά από τα βασικά συμπεράσματα που βγάζουμε από την ιστορία του ΚΚΕ, όπως επίσης και οι κύριες και βασικές αξιώσεις, που η αποστολή του ΚΚΕ προβάλλει σε όλους εκείνους που θέλουν νάναι άξια μέλη του, αφοσιωμένοι αγωνιστές του λαού στην πάλη για την απελευθέρωσή του.
Μπαίνει τώρα ξανά το ερώτημα που μπήκε και στην αρχή: Μήπως προβάλλοντας τέτιους «όρους» και βάζοντας τέτιες προϋποθέσεις κυνηγάμε το ανέφιχτο, επιδιώκουμε το τέλειο, το απόλυτο και κατά συνέπεια το απραγματοποίητο;
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο κομμουνιστής, το μέλος του ΚΚΕ, απ’ αυτή την κοινωνική - ιστορική αποστολή του την πιο υψηλή και την πιο δύσκολη που γνώρισε μέχρι σήμερα η ανθρωπότητα, πρέπει να συγκεντρώνει στο πρόσωπό του, προσόντα και ικανότητες που θα τον κάνουν ικανό να τα βγάλει παλικαρίσια πέρα. Παράλληλα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και εμείς σαν άνθρωποι «γεννιόμαστε» με τις ελλείψεις και τις αμαρτίες της αστοτσιφλικάδικης κοινωνίας. Ωστε δεν πρόκειται εδώ να επιδιώκουμε το τέλειο και το απόλυτο. Αποφασιστική εδώ σημασία έχει το μέλος και το στέλεχος, όλοι μας, νιώθοντας ολοκληρωμένα την αποστολή μας, να τείνουμε ακατάπαυστα βήμα προς βήμα και μέρα με τη μέρα, να γινόμαστε και καλύτεροι, ανώτεροι, να βελτιωνόμαστε θεωρητικά, να γινόμαστε ολοένα πιο ικανοί και αποδοτικοί στην πράξη. Ο κομμουνιστής που ακούραστα επιδιώκει και πετυχαίνει κάθε μέρα και καλύτερη θεωρητική και πραχτική απόδοση, αυτός εκπληρώνει άξια την αποστολή του. Ετσι συνεισφέρει και αυτός στην κομματική εισφορά και πρόοδο. Μην ξεχνάμε πως όσο καλύτεροι γινόμαστε εμείς, τόσο πιο άξιο σηκώνεται το ΚΚΕ.
Μόνο πάνω σε αυτή τη βάση μπαίνει σωστά και το ζήτημα για τη φιλοδοξία μέσα στο κόμμα. Στο ΚΚΕ δεν έχει θέση η εγωιστική, η αρρωστιάρικη αντικομματική φιλοδοξία. Αντίθετα μέσα στο ΚΚΕ επιτρέπεται κάθε φιλοδοξία που ξεκινά από υγιείς κομματικές προϋποθέσεις και που ανυψώνει και το άτομο και το κόμμα. Και υγιής φιλοδοξία είναι εκείνη, που για σκοπό βάζει να γινόμαστε κάθε μέρα καλύτεροι, άξιο παράδειγμα για μίμηση, χωρίς στόμφο και επίδειξη, δίχως πληθωρικές και θορυβώδικες εκδηλώσεις, με μετριοφροσύνη και σεμνότητα. Πάνω σε μια τέτια φιλοδοξία μπορεί να στηρίζεται η κομματική σταδιοδρομία και άνοδος.
Αυτά τα διδάγματα και πορίσματα μπορούμε να βγάλουμε από την ιστορία του κόμματός μας. Ιστορία που τη φτιάνουμε εμείς όλοι μαζί και το κάθε στέλεχος και μέλος χωριστά.
Δεν υπάρχει πιο δύσκολο μα και πιο τιμητικό από του να είσαι μέλος του κομμουνιστικού κόμματος.
Μην ξεχνάμε ποτέ την παρακαταθήκη που μας δίνει σχετικά ο μεγάλος Στάλιν:
«Δεν υπάρχει τίποτα ανώτερο από τον τίτλο του μέλους του κόμματος, που ιδρυτής και καθοδηγητής του ήταν ο Λένιν. Δεν μπορεί ο καθένας ν’ αντέξει στις δυσκολίες και τις θύελες που συνδέονται με την ιδιότητα του μέλους ενός τέτιου κόμματος. Παιδιά της εργατικής τάξης, παιδιά της ανέχειας και του αγώνα, παιδιά απίστευτων στερήσεων και ηρωικών προσπαθειών, να τι πρέπει να είναι τα μέλη του κόμματος».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου